Η οικία ΣΤ κατασκευάζεται στα τέλη του 4ου-αρχές 5ου αι. μ.Χ. πάνω στα ερείπια αρχαιότερης. Είναι το μεγαλύτερο σπίτι του οικοδομικού τετραγώνου στο οποίο ανήκουν και οι οικίες Η και Γ, ωστόσο δεν έχει το μέγεθος και την πολυτέλεια των επαύλεων που ιδρύονται την ίδια εποχή στο βόρειο ψηλότερο άνδηρο του χώρου. Λειτουργεί μέχρι τις αρχές του 6ου αι. μ.Χ., οπότε ιδρύεται πάνω της το κτήριο Ε, το οποίο διαταράσσει τους χώρους του.
Η πρόσβαση από τον δρόμο γίνεται μέσω διαδρόμου, ο οποίος οδηγεί στην αυλή με το πηγάδι. Από την αυλή διατηρούνται λιγοστά σπαράγματα των πήλινων πλακών του δαπέδου καθώς και του στυλοβάτη, δηλαδή της βάσης πάνω στην οποία εδράζονταν οι κίονες που στήριζαν τη στέγη των στοών.
Οι στοές περιβάλλουν και τις τέσσερεις πλευρές της αυλής, γύρω από τις οποίες ανοίγονται δώδεκα δωμάτια. Το μεγάλο βορινό θα πρέπει να είναι το τρικλίνιο, ο χώρος όπου ο οικοδεσπότης γευματίζει με τους καλεσμένους του. Για τη χρήση των υπόλοιπων δωματίων δεν έχουμε στοιχεία. Το αποχωρητήριο είναι εγκατεστημένο δίπλα στην είσοδο και καθαρίζεται με τα νερά που φέρνει από την αυλή πήλινος αγωγός, τα οποία στη συνέχεια παροχετεύονται στον υπόγειο οχετό του δρόμου.
Η χρήση των δεδομένων σας περιγράφεται στις ρυθμίσεις απορρήτου